Χριστούγεννα 2021
Ποιμαντορικη Εγκυκλιος
Ιεροθεος
ελεω Θεου Επισκοπος και Μητροπολιτης
της Θεοσωστου Ιερας Μητροπολεως Ναυπακτου και Αγιου Βλασιου
Προς
τους Κληρικούς, μοναχούς και λαικούς της Ιερας Μητροπολεως μας
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού μου δίνει την ευκαιρία να επικοινωνώ μαζί σας για να σας ευχηθώ και να χαρώ με σας, αναφερόμενος στην μεγάλη θεολογία της εορτής των Χριστουγέννων.
Αισθάνομαι ότι πολλοί άνθρωποι, και κυρίως όσοι είναι ευαίσθητοι ψυχολογικά, σε καιρούς που επικρατούν στην κοινωνία δυσκολες καταστάσεις από κοινωνικές αστάθειες, από διχασμούς και αναστατώσεις, από σωματικές και ψυχικές ασθένειες, από ποικιλόμορφες πλανες, καταφεύγουν στην ανάγνωση μιάς σοβαρής ποίησης για να βρούν μια εσωτερική ισορροπία και ένα διαφορετικό νόημα ζωής.
Εμείς οι Χριστιανοί σε παρόμοιες καταστάσεις που επικρατούν γύρω μας, σε αμφισβητήσεις των πάντων, καταρρεύσεις προσώπων και πραγμάτων πρέπει να καταφεύγουμε στην δική μας λατρευτική ποίηση, την οποία συνέγραψαν άγιοι υμνογράφοι και ποιητές, που είχαν υψηλό νόημα των πραγμάτων. Κι αν, όπως λέει ο ποιητής, «η ποίηση δεν μας αλλάζει την ζωή», όμως η εκκλησιαστική ποίηση της εορτης των Χριστουγέννων, τα τροπάρια που ψάλλουμε στην Εκκλησία είναι γεμάτα υψηλό θεολογικό νόημα που ηρεμεί και γλυκαίνει την καρδιά μας και ακόμη της δίνει μια ένταση πνευματική για υψηλές πτήσεις προς την υπερκόσμια Αποκάλυψη την οποία μας φανέρωσε ο Χριστός.
Μια τέτοια υπερκόσμια ποίηση συναντά κανείς στον άγιο Ρωμανό τον Μελωδό, ο οποίος, μεταξύ των πολλών Κοντακίων που συνέταξε, έχει και ένα Κοντάκιο που αναφέρεται στην αγία και πάνσεπτη Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο άγιος Ρωμανός ο Μελωδός έδρασε κατά το πρώτο μισό του 6ου αιώνα και είναι από τους μεγαλύτερους υμνογράφους της Εκκλησίας μας, ο οποίος δίκαια θεωρήθηκε ως «ο Πίνδαρος της ρυθμικής ποίησης».
Το «προοίμιον» του Κοντακίου αυτού το ψάλλουμε μέχρι σήμερα και είναι το γνωστό τροπάριο: «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει∙ άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι∙ δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».
Σε αυτόν τον ύμνο αναφέρεται το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά συγχρόνως παρουσιάζεται η παγκόσμια εορτή όλης της κτίσεως και όλων των ανθρώπων για την γέννηση του Χριστού, του «νέου παιδίου», που είναι «ο προ αιώνων Θεός». Η πτωχεία του σπηλαίου είναι δεκτική του μυστηρίου, το οποίο ο ύμνος συνοψίζει χρησιμοποιώντας αντιθετικά ή μάλλον συμπληρωματικά ζεύγη συνδέοντας έτσι τα επίγεια με τα επουράνια, δηλαδή το γήινο σπήλαιο υποδέχεται τον απρόσιτο, οι επουράνιοι άγγελοι συνυπάρχουν με τους ποιμένες, ο ουράνιος αστήρ με τους μάγους.
Ποιος μπορεί, ψάλλοντας αυτόν τον ύμνο, να παραμένη στις ενδοκόσμιες απογοητεύσεις που προέρχονται από τους άρρωστους ψυχικά και διανοητικά ανθρώπους; Ποιος μπορεί να παραμένη ασυγκίνητος από την έλευση του «νέου παιδίου» που είναι και «προ αιώνων Θεός», του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στον αποστάτη κόσμο;
Σε όλο αυτό το Κοντάκιο του αγίου Ρωμανού του Μελωδού, με τρόπο μοναδικό, υψηλό, τρυφερό και ευαίσθητο σε 24 τροπάρια παρουσιάζεται με εκπληκτικό και ποιητικό τρόπο ο απόρρητος διάλογος της Υπεραγίας Θεοτόκου με τον Χριστό, αμέσως μετά την Γέννησή Του μέσα στο σπήλαιο και την φάτνη των αλόγων ζώων. Συγχρόνως, περιγράφεται και ο διάλογος της Υπεραγίας Θεοτόκου με τους Μάγους της Ανατολής που προσήλθαν για να προσκυνήσουν τον νέον Βασιλέα.
Υπέροχος είναι ο ύμνος στον οποίο παρουσιάζεται η Παρθένος Μαρία να βρίσκεται σε φτώχεια, μέσα στο σπηλαιο και όμως να απορή γιατί ερωτεύθηκε ο Χριστός το Σπηλαιο και χάρηκε την Φάτνη. Θα εκτεθή αυτός ο ύμνος στην γλώσσα που τον έγραψε ο άγιος Ρωμανός, για να χαρούμε και την ρυθμική γλώσσα και έπειτα θα παρατεθή σε μετάφραση. Γράφει:
«Υψηλέ βασιλεύ, τι σοι και τοις πτωχεύσασι;
ποιητά ουρανού τι προς γηίνους ήλυθας;
σπηλαίου ηράσθης ή φάτνη ετέρφθης;
Ιδού ουκ έστι τόπος τη δούλη σου εν τω καταλύματι∙
ου λέγω τόπον, αλλ’ ουδέ σπήλαιον,
ότι και αυτό τούτο αλλότριον∙
και τη μεν Σάρρα τεκούση βρέφος
εδόθη κλήρος γης πολύς, εμοί δε ούτε φωλεύς∙
εχρησάμην το άντρον, ο κατώκησας βουλήσει
παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».
Η μετάφραση του ύμνου αυτού, που είναι λόγος της Παναγίας Μητέρας στον νεογέννητο Χριστό, έχει ως εξής:
«Υψηλέ βασιλεύ, ποια σχέση έχεις Εσύ με εμάς που πτωχεύσαμε;
Δημιουργέ του ουρανού, γιατί ήλθες σε μας τους γήινους;
Ερωτεύθηκες το σπήλαιο ή ευφράνθηκες με την φάτνη;
Ιδού δεν βρίσκεται τόπος στην δούλη σου σε αυτόν τον χώρο.
Δεν λέω μόνο τόπο, αλλά ούτε και σπήλαιο,
γιατί και αυτό εδώ είναι ξένο∙
Και στην μεν Σάρρα, όταν γέννησε βρέφος,
δόθηκε κληρονομιά μεγάλη, σε μένα όμως ούτε φωλιά·
χρησιμοποίησα το Σπήλαιο που με την βούλησή Σου κατοίκησες Εσύ,
Νέο παιδίον, ο προ των αιώνων Θεός».
Σε αυτό το υπερφυές ποίημα φαίνεται ότι η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού υπερβαίνει κάθε λόγο και κάθε ποίηση, είναι άρρητο γεγονός, γι’ αυτό ακόμη και η ποίηση δεν μπορεί να την πλησιάση, ωστόσο είναι αυτή που κυρίως μπορεί να αποτυπώση κάθε τι απρόβλεπτο και ανατρεπτικό και ο ανθρωπος με τον ποιητικό λόγο και την ρυθμική διατύπωσή του συντονίζεται λίγο στο άρρητο και απερίγραπτο αυτό μυστήριο.
Και πάλι τα ζεύγη των αντιθέσεων εξυπηρετούν την απεικόνιση του μυστηρίου. Ο Χριστός είναι «παιδίον νέον» και συγχρόνως «ο προ αιώνων Θεός», είναι βασιλεύς ουράνιος και έρχεται στους γήινους. «Ερωτεύεται» το σπήλαιο, ευφραίνεται το να είναι στην φάτνη, ζη με τους πτωχούς και ταπεινούς. Ο χώρος της φανέρωσής Του, μέσα από τον μονόλογο της Θεοτόκου που εκφράζει την απορία της, προσδιορίζεται κλιμακωτά: δεν υπάρχει τόπος, «ουδέ σπήλαιον», «ούτε φωλεύς». Και εμείς που «επτωχεύσαμεν σφόδρα» και ομοιωθήκαμε με τα άλογα ζώα ως προς τις πράξεις μας, βλέπουμε δίπλα μας τον Θεάνθρωπο Χριστό. Αυτό δείχνει την υπερβάλλουσα αγάπη του Θεού σε μας.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Ζούμε σε μια δύσκολη και ταραγμένη εποχή, όχι, βεβαια, χειρότερη από την εποχή στην οποία γεννήθηκε και έζησε ο Χριστός. Βλέπουμε δίπλα μας την κατάρρευση πολλών θεωριών, καταστάσεων, στις οποίες επικρατεί ο φοβος του θανάτου, η πλάνη των παντοειδών σωτήρων, η εκκοσμίκευση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, η αλλοτρίωση του ορθοδόξου ανθρωπισμού. Το κυριότερο είναι ότι ζούμε σε μια εποχή που οι Χριστιανοί ζούν και συμπεριφέρονται προχριστιανικά και μεταχριστιανικά, σαν να ζούμε προ Χριστού, και σαν να είμαστε σε μια κοινωνία μεταχριστιανική, που το Ευαγγέλιο κοινωνικοποιείται και εμείς έχουμε χάσει την υπερκόσμια προοπτική του.
Σε αυτήν την εποχή που όλα υποβαθμίζονται, κυρίως η Αποκάλυψη που έφερε στον κόσμο ο Χριστός, η Ορθόδοξη Εκκλησία με την υμνογραφία και την ζωή της, κτυπά τις «υψηλές νοτες», ομιλεί για το Νέο που ήλθε στον κόσμο με τον Χριστό, και για το ότι κάθε απόγνωση μπορεί να γεμίση με το νέο, το υψηλό, το απόρρητο, την ίδια την αιωνιότητα, τον Χριστό.
Εύχομαι σε όλους σας «το παιδίον νέον και προ αιώνων Θεός» να γεμίση την πνευματική μας φτώχεια από τον δικό Του πλούτο, όπως το ψάλλουμε στην δική μας υπερκόσμια εκκλησιαστική ποίηση. Ας αγαπήσουμε την εκκλησιαστική μας ποίηση για να καταλάβουμε την ζωή του Ποιητού του ουρανού και της γης και να γεμίσουμε από υπερκόσμια ζωή. Ας την ακούσουμε σαν κάτι καιρνούργιο, αποβάλλοντας την συνήθεια και ας αποκαθηλώσουμε τα στεγανά ανάμεσα στην λειτουργική ζωή και την υμνογραφία της Εκκλησίας και την προσωπική μας ζωή. Το χρειαζόμαστε αυτό για να αποκτήσουμε σταθερότητα στην πίστη στον Χριστό.
Με πατρική αγάπη και ευχές
Ο Μητροπολίτης
+ Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ